Πρωταγωνιστές στους μύθους του Αισώπου είναι, κατά το πλείστον, ορισμένα ζώα, όπως η αλεπού, ο λύκος, το λιοντάρι, το ελάφι κ.ά. Κυρίως είναι διάλογοι μεταξύ ζώων που μιλούν κι ενεργούν σαν άνθρωποι (τα «φωνήεντα ζώα»), ενώ υπάρχουν και μερικοί με ανθρώπους ή θεούς. Πρόκειται για μικρά οικιακά αφηγήματα, διατυπωμένα με μεγάλη συντομία. Ο χαρακτήρας τους είναι ηθικοδιδακτικός, συμβολικός κι αλληγορικός.
Οι Μύθοι αυτοί έχουν ιδιαίτερη χάρη, θαυμαστή απλότητα κι άφταστη διδακτικότητα. Είναι παρμένοι από τη καθημερινή ζωή και τη φύση. Είχε τη μοναδική ικανότητα να δίνει στα ζώα ανθρώπινες ιδιότητες, ψυχή και λαλιά, σε τέτοιο βαθμό που να θεωρείς ότι οι μύθοι του ήταν κάποτε η πραγματικότητα και όλα αυτά που διηγείται έχουν συμβεί. Βασικό χαρακτηριστικό των διηγήσεών του ήταν το επιμύθιο το οποίο ήταν εύληπτο για τα παιδιά και το λαό.
Οι Αισώπειοι Μύθοι (Αἰσώπου Μῦθοι) γράφτηκαν σε πεζό λόγο. Ως γνωστό, μέχρι τότε, μόνον ο έμμετρος λόγος, η ποίηση, θεωρούνταν το μοναδικό εκφραστικό είδος για τους συγγραφείς. Συνεπώς μπορεί να θεωρηθεί κι ως πρωτοπόρος στο είδος του.
Ιδεολογία τους είναι η αποδοκιμασία του κακού στις πιο αντιπροσωπευτικές μορφές του: της βίας, της απάτης, της αυθαιρεσίας, της προδοσίας, της ματαιοδοξίας, της αλαζονείας, της ψευδολογίας, της πλεονεξίας, της πονηριάς. Η αποδοκιμασία επιχειρείται άλλοτε με αναφορά στη Θεία δίκη, άλλοτε με πειστικές υποδείξεις, πιο συχνά όμως με τη διαπίστωση του παραλογισμού του κακού, με τη γελοιοποίηση του καθώς και με τη φιλοσοφική ενατένιση της ζωής.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Αίσωπος ήταν πολύ γνωστός «λογοποιός»[6]. Εκτός από τους μύθους γνώριζε και διηγούνταν πολλά αστεία κι ανέκδοτα. 'Άλλοι υποστηρίζουν ότι δε δημιούργησε μύθους αλλά τους συγκέντρωσε, τους συμπλήρωσε και τους τελειοποίησε.
Αυτοί προέρχονταν είτε από τους αρχαιότερους Έλληνες είτε από άλλους λαούς, όπως οι Φρύγες. Δεν αποκλείεται βέβαια να επινόησε κι ο ίδιος μερικούς απ' αυτούς. Πάντως, τους χρησιμοποίησε πολύ στη ζωή του, με τόση δεξιότητα κι επιτυχία, ώστε να συνδεθεί τελικά το όνομά του μ' αυτούς.
Λέγεται πως διηγόταν τους μύθους του αυτούς όχι μόνο στη διάρκεια της ζωής του αλλά και με σκοπό να υποστηρίξει την αθωότητά του στο δικαστήριο. Μέσα τους διακρίνεται το ευρύ, παρατηρητικό του πνεύμα κι η ικανότητά του να διδάσκει με μικρές, απλές ιστορίες, που πάντα έχουν στο τέλος κάποιο ηθικό δίδαγμα.
Συνήθιζε με την παρατηρητικότητα και τη βαθιά σοφία του να πλάθει τέτοιες ιστορίες και να τις λέει γύρω του. Με τον καιρό απέκτησε μεγάλη φήμη κι όλοι έτρεχαν κοντά του για να ακούσουν κάποιο μύθο του σχετικά με κάποιο πρόβλημα τους. Σιγά σιγά οι μύθοι του άρχισαν να μεταδίδονται από στόμα σε στόμα μεταξύ των ανθρώπων, μέχρι την ελληνιστική εποχή οπότε συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά.
Τα ομηρικά έπη, έργα του Σοφοκλή, του Πλάτωνα και του Ιπποκράτη που περιλαμβάνονται σε σπάνια χειρόγραφα της ελληνικής συλλογής της Αποστολικής Βιβλιοθήκης του Βατικανού καθώς και ελληνικά χειρόγραφα από την εξαιρετική συλλογή της Βοδληιανής Βιβλιοθήκης της Οφξόρδης είναι προσβάσιμα σε όλους στο διαδίκτυο από τον κοινό ιστότοπο των δύο βιβλιοθηκών.
Οι Μύθοι αυτοί έχουν ιδιαίτερη χάρη, θαυμαστή απλότητα κι άφταστη διδακτικότητα. Είναι παρμένοι από τη καθημερινή ζωή και τη φύση. Είχε τη μοναδική ικανότητα να δίνει στα ζώα ανθρώπινες ιδιότητες, ψυχή και λαλιά, σε τέτοιο βαθμό που να θεωρείς ότι οι μύθοι του ήταν κάποτε η πραγματικότητα και όλα αυτά που διηγείται έχουν συμβεί. Βασικό χαρακτηριστικό των διηγήσεών του ήταν το επιμύθιο το οποίο ήταν εύληπτο για τα παιδιά και το λαό.
Οι Αισώπειοι Μύθοι (Αἰσώπου Μῦθοι) γράφτηκαν σε πεζό λόγο. Ως γνωστό, μέχρι τότε, μόνον ο έμμετρος λόγος, η ποίηση, θεωρούνταν το μοναδικό εκφραστικό είδος για τους συγγραφείς. Συνεπώς μπορεί να θεωρηθεί κι ως πρωτοπόρος στο είδος του.
Ιδεολογία τους είναι η αποδοκιμασία του κακού στις πιο αντιπροσωπευτικές μορφές του: της βίας, της απάτης, της αυθαιρεσίας, της προδοσίας, της ματαιοδοξίας, της αλαζονείας, της ψευδολογίας, της πλεονεξίας, της πονηριάς. Η αποδοκιμασία επιχειρείται άλλοτε με αναφορά στη Θεία δίκη, άλλοτε με πειστικές υποδείξεις, πιο συχνά όμως με τη διαπίστωση του παραλογισμού του κακού, με τη γελοιοποίηση του καθώς και με τη φιλοσοφική ενατένιση της ζωής.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Αίσωπος ήταν πολύ γνωστός «λογοποιός»[6]. Εκτός από τους μύθους γνώριζε και διηγούνταν πολλά αστεία κι ανέκδοτα. 'Άλλοι υποστηρίζουν ότι δε δημιούργησε μύθους αλλά τους συγκέντρωσε, τους συμπλήρωσε και τους τελειοποίησε.
Αυτοί προέρχονταν είτε από τους αρχαιότερους Έλληνες είτε από άλλους λαούς, όπως οι Φρύγες. Δεν αποκλείεται βέβαια να επινόησε κι ο ίδιος μερικούς απ' αυτούς. Πάντως, τους χρησιμοποίησε πολύ στη ζωή του, με τόση δεξιότητα κι επιτυχία, ώστε να συνδεθεί τελικά το όνομά του μ' αυτούς.
Λέγεται πως διηγόταν τους μύθους του αυτούς όχι μόνο στη διάρκεια της ζωής του αλλά και με σκοπό να υποστηρίξει την αθωότητά του στο δικαστήριο. Μέσα τους διακρίνεται το ευρύ, παρατηρητικό του πνεύμα κι η ικανότητά του να διδάσκει με μικρές, απλές ιστορίες, που πάντα έχουν στο τέλος κάποιο ηθικό δίδαγμα.
Συνήθιζε με την παρατηρητικότητα και τη βαθιά σοφία του να πλάθει τέτοιες ιστορίες και να τις λέει γύρω του. Με τον καιρό απέκτησε μεγάλη φήμη κι όλοι έτρεχαν κοντά του για να ακούσουν κάποιο μύθο του σχετικά με κάποιο πρόβλημα τους. Σιγά σιγά οι μύθοι του άρχισαν να μεταδίδονται από στόμα σε στόμα μεταξύ των ανθρώπων, μέχρι την ελληνιστική εποχή οπότε συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά.
Δείτε την έκδοση του 1497 μ.Χ από τη συλλογή της Βοδληιανής Βιβλιοθήκης της Οφξόρδης
Τα ομηρικά έπη, έργα του Σοφοκλή, του Πλάτωνα και του Ιπποκράτη που περιλαμβάνονται σε σπάνια χειρόγραφα της ελληνικής συλλογής της Αποστολικής Βιβλιοθήκης του Βατικανού καθώς και ελληνικά χειρόγραφα από την εξαιρετική συλλογή της Βοδληιανής Βιβλιοθήκης της Οφξόρδης είναι προσβάσιμα σε όλους στο διαδίκτυο από τον κοινό ιστότοπο των δύο βιβλιοθηκών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου